Ο Κυριάκος Μητσοτάκης στην καθιερωμένη συνέντευξη τύπου στη ΔΕΘ και σε ερώτηση για το στόχο που έχει η κυβέρνηση για τη θέση της χώρας σε τρία χρόνια και αν θα φτάσουμε σε επίπεδο να αρθούν μνημονιακά μέτρα ανέφερε τα εξής: «Περιέγραψα με μεγάλη σαφήνεια έναν οδικό χάρτη. Έθεσα στόχους για το πώς οραματίζομαι την Ελλάδα το 2027. Οι κυβερνήσεις κρίνονται σε ορίζοντα τετραετίας και η δική μας θα κριθεί σε τρία χρόνια από τώρα. Η Ελλάδα το 2010 πρακτικά χρεοκόπησε. Ποτέ δεν πρόκειται να γυρίσουμε σε πραγματικότητα μεγάλων ελλειμμάτων. Η Ελλάδα η οποία οραματίζομαι θα πατάει σε στέρεες βάσεις με ανεργία κάτω από 8% , μέσο μισθό στα 1500 ευρώ, τον κατώτατο στα 950 ευρώ, με πιο ψηφιοποιημένο δημόσιο, με καλύτερη ποιότητα ζωής για όλους. Η Ελλάδα του 2027 δεν μπορεί να έχει καμία σχέση με την Ελλάδα του 2010. Αυτό σημαίνει σύγκλιση με την Ευρώπη. Η Ελλάδα του 2027 θα είναι μια πολύ καλύτερη χώρα και οι Έλληνες θα μπορούν να προσβλέπουν σε καλύτερη ζωή. Οι συγκρίσεις με τις εποχές προ χρεοκοπίας είναι τελείως άστοχες».
Σε ερώτηση για το αποτέλεσμα των ευρωεκλογών και τη συζήτηση περί μεταρρυθμιστικής κόπωσης και για τα ζητήματα εμπιστοσύπνης, ο πρωθυπουργός απάντησε ότι η συζήτηση περί ανάλυσης του εκλογικού αποτελέσματος έχει γίνει και τόνισε ότι η ΝΔ παραμένει η κυρίαρχη πολιτική δύναμη στη χώρα. Επεσήμανε ότι δεν ήταν ένα κακό αποτέλεσμα αλλά ένα αποτέλεσμα κάτω των προσδοκιών της κυβέρνησης. Αναφέρθηκε σε μεταρρυθμίσεις με πολιτικό κόστος, δύσκολες παρεμβάσεις που σε μια πιο χαλαρή κάλπη μπορεί να αποτυπώνονται. Τόνισε ότι η κυβέρνηση δεν κρύφτηκε και ότι οι κυβερνήσεις κρίνονται σε ορίζοντα τετραετίας απορρίπτοντας ότι παρατηρείται μεταρρυθμιστική κόπωση. Αναφέρθηκε ειδικά στον δικαστικό χάρτη, μεταρρύθμιση που έχει γίνει αισθητή ως προς την ταχύτητα απονομής δικαιοσύνης.
Είπε όμως ότι υπήρχαν και πολλές αλλαγές για τις οποίες φάνηκε άμεσα το αποτέλεσμα ενώ άλλα μέτρα χρειάζονται χρόνο υλοποίηση. Σε ερώτημα σχετικά με την προετοιμασία του οροσήμου του 2027 και το αν ετοιμάζεται να κλείσει τον κύκλο του στην πρωθυπουργία και τα ανοιχτά σενάρια είτε για την Ευρώπη είτε και για Τρίτη θητεία. «Θέλετε να με βγάλετε στη σύνταξη», είπε αστειευόμενος ο πρωθυπουργός τονίζοντας ότι θα ήταν αλαζονικό και αυτοαναφορικό να μιλά για το τι θα γίνει το 2027. Επανέλαβε ωστόσο ότι είναι εκλεγμένος πρωθυπουργός για μία πλήρη θητεία και σκοπεύει να την εξαντλήσει. «Το μόνο που μπορώ να σας πω ότι η ΝΔ είναι ένα κόμμα εξουσίας και προφανώς προσέρχεται σε κάθε εκλογική αναμέτρηση για να κερδίσει», τόνισε.
Κληθείς να απαντήσει για τα υψηλά επίπεδα της ακρίβειας και το πώς αξιολογεί τις παρεμβάσεις που έχει κάνει η κυβέρνηση και αν μπορεί να προβλέψει το τέλος της κρίσης, ο πρωθυπουργός είπε ότι το θέμα της ακρίβειας είναι το πρώτο που απασχολεί τους πολίτες παντού στον κόσμο και όλες οι κυβερνήσεις καλούνται να διαχειριστούν μία δύσκολη πραγματικότητα. Αναγνώρισε την απότομη αύξηση τιμών λόγω του διεθνούς πληθωρισμού, ότι η χώρα μας ξεκίνησε με χαμηλότερους μισθούς βγαίνοντας από την κρίση και τόνισε ότι η ακρίβεια είναι το άθροισμα επιμέρους πληθωριστικών τάσεων σε διάφορες οικονομικές δραστηριότητες. Τόνισε ότι δεν δίστασε η κυβέρνηση να φορολογήσει τους παραγωγούς ρεύματος για τα ουρανοκατέβατα κέρδη και να τα επιστρέψει μέσω επιδοτήσεων στα ελληνικά νοικοκυριά. Το ίδιο γίνεται και τώρα που παρατηρούνται στρεβλώσεις στις τιμές ενέργειας ολόκληρης της νοτιοανατολικής Μεσογείου. Τους τρεις με τέσσερις τελευταίους μήνες βλέπουμε όχι μόνο μία σταθεροποίηση τιμών αλλά και μία αποκλιμάκωση ανέφερε και μίλησε και για τις πρωτοβουλίες στο ζήτημα της στέγης, που είναι μια σημαντική συνιστώσα στον πληθωρισμό.
«Όλα τα μέτρα τα οποία πήραμε μειώσεων φόρων, ασφαλιστικών εισφορών, αυξήσεις μισθών κατατείνουν στη στήριξη του διαθέσιμου εισοδήματος ως την καλύτερη άμυνα απέναντι στην ακρίβεια» είπε και προέβλεψε ότι και στη χώρα μας ο πληθωρισμός θα βαίνει μειούμενος και οι παρεμβάσεις της κυβέρνησης θα συνεχίζονται έως ότου έχουμε σημαντική βελτίωση στο διαθέσιμο εισόδημα των πολιτών. Μίλησε για την κάμψη της παραγωγικής δραστηριότητας στην Ευρώπη λόγω της αύξησης των επιτοκίων, κάτι που στη χώρα μας δε συνέβη.