Χιλιάδες Αιγύπτιοι βγήκαν στους δρόμους σήμερα με αίτημα την επανεκλογή, για τρίτη θητεία, του προέδρου Άμπντελ Φάταχ αλ Σίσι, ο οποίος κυβερνά τη χώρα μετά την ανατροπή του ισλαμιστή Μοχάμεντ Μόρσι το 2013.
Ενόψει των προεδρικών εκλογών του Δεκεμβρίου, χιλιάδες υποστηρικτές του Σίσι συρρέουν με λεωφορεία από το πρωί σε πλατείες του Καΐρου, όπου έχουν στηθεί τέντες. Αφίσες με το σύνθημα «Ναι στη σταθερότητα» έχουν τοποθετηθεί ακόμη και στις φελούκες που πλέουν στον Νείλο.
O πρώην αρχηγός του στρατού ανακοίνωσε απόψε ότι θα είναι υποψήφιος στις προεδρικές εκλογές που θα διεξαχθούν στο διάστημα 10-12 Δεκεμβρίου.
«Βγήκαμε όλοι έξω για να στηρίξουμε τον πρόεδρο Άμπντελ Φάταχ αλ Σίσι για τα μεγάλα του σχέδια, δεν υπάρχει κανείς καλύτερος για το μέλλον», είπε στο Γαλλικό Πρακτορείο ο Χασάν Αφίφι, ένας εκπαιδευτικός που έφτασε στο Κάιρο με λεωφορείο μαζί με τους μαθητές του.
Το 2014 και το 2018 ο Σίσι κέρδισε τις προεδρικές εκλογές με ποσοστά 96% και 97% αντίστοιχα, απέναντι σε μια ανύπαρκτη αντιπολίτευση. Μάλιστα, το 2018, ο αντίπαλός του είχε δηλώσει ότι θα ψήφιζε τον… Σίσι.
Με την αναθεώρηση του Συντάγματος το 2019, ο Σίσι επιτρέπεται να θέσει υποψηφιότητα και για τρίτη φορά ενώ η διάρκεια της θητείας αυξήθηκε στα έξι χρόνια.
Το τελευταίο διάστημα πάντως, για πρώτη φορά εδώ και χρόνια, οι υποψήφιοι της αντιπολίτευσης που ασκούν κριτική στον πρόεδρο και τον στρατό από τον οποίο προέρχεται εκείνος, αυξάνονται. Πολλοί ηγέτες ιστορικών κομμάτων δηλώνουν ότι θα διεκδικήσουν την προεδρία και οι συνεργάτες τους διαβεβαιώνουν ότι έχουν συγκεντρώσει τις 20 υπογραφές βουλευτών που είναι αναγκαίες για να θέσουν υποψηφιότητα. Ένα αουτσάιντερ, ο πρώην βουλευτής Άχμεντ αλ Ταντάουι, 44 ετών, επέλεξε να συγκεντρώσει υπογραφές απλών πολιτών. Χρειάζονται 25.000 υπογραφές για να θεωρηθεί έγκυρη η υποψηφιότητά του και εδώ και μία εβδομάδα περιοδεύει σε όλη τη χώρα. Πρόσφατα υποστήριξε ότι ήταν θύμα τηλεφωνικών υποκλοπών, ότι δεκάδες υποστηρικτές του έχουν συλληφθεί και οι συνεργάτες του λένε ότι καθημερινά δέχονται επιθέσεις ή οι αρχές αρνούνται να καταγράψουν τις υπογραφές που συγκέντρωσαν.