«Κατατίθεται ένα πολύ σημαντικό νομοσχέδιο, για τον περιορισμό τής φοροδιαφυγής», ανέφερε ο διοικητής της ΑΔΑΕ Γιώργος Πιτσιλής, κατά τη διαδικασία της ακρόασης φορέων στην επιτροπή Οικονομικών Υποθέσεων της Βουλής, επί του νομοσχεδίου για τον περιορισμό της φοροδιαφυγής.
Ο διοικητής της ΑΔΑΕ στάθηκε ιδιαίτερα στις διατάξεις για τον περιορισμό του λαθρεμπορίου, λέγοντας ότι συμπληρώνεται ένα νομοθετικό πλαίσιο ετών, με μια πολύ σημαντική πρόβλεψη δέουσας επιμέλειας από τις εταιρείες εμπορίας καυσίμων.
«Έλειπε από το νομικό μας σύστημα, το έχουμε στα καπνικά δεν το είχαμε στον χώρο των ενεργειακών προϊόντων. Είναι πολύ σημαντικό να αναλάβει και η αγορά τις δικές τις ευθύνες, ελέγχου και εποπτείας, να ξέρουν με ποιους συναλλάσσονται. Να μην συναλλάσσονται με εκείνους που γνωρίζουν ότι λαθρεμπορεύουν τα καύσιμα ή νοθεύουν τα καύσιμα ή παραποιούν τους μηχανισμούς τους. Μια σύγχρονη διοίκηση πρέπει να έχει έμπιστους συνεργάτες οι οποίοι λειτουργούν με κανόνες διαφάνειας και δέουσας επιμέλειας», είπε ο κ. Πιτσιλής αναφερόμενος στις διατάξεις για την πάταξη του λαθρεμπορίου καυσίμων. Χαρακτήρισε σημαντική τη συνολική αυστηροποίηση των κυρώσεων για τις επιχειρήσεις που θα εντοπιστούν να λαθρεμπορεύουν καύσιμα ή να νοθεύουν καύσιμα ή να πειράζουν τις αντλίες.
Ανέφερε επίσης ότι υπάρχει στο νομοσχέδιο ένα πλαίσιο σημαντικό για τη διεύρυνση των έμμεσων τεχνικών ελέγχου σε περιπτώσεις όπου μέχρι σήμερα δεν ήταν δυνατό να διεξαχθούν. «Οι έμμεσες τεχνικές μπορούν να αποκαλύψουν πραγματική φορολογητέα ύλη. Υπάρχουν διατάξεις που αφορούν την υποχρεωτικότητα των ηλεκτρονικών βιβλίων, το myDATA -όχι έσοδα λιγότερα από αυτά που βλέπουμε στο myDATA, όχι έξοδα περισσότερα από αυτά που βλέπουμε στο myDATA- και βεβαίως όλες οι επιχειρήσεις πλέον με κυρώσεις για το αν διαβιβάζουν ή όχι τα παραστατικά τους, με το νόημα ότι οι επιχειρήσεις που δεν διαβιβάζουν τα παραστατικά τους ταλαιπωρούν τις άλλες επιχειρήσεις με τις οποίες συναλλάσσονται», είπε ο διοικητής της ΑΔΑΕ.
Από τον διοικητή της ΑΔΑΕ ζητήθηκαν απολογιστικά στοιχεία για τους ελέγχους και τον ελεγκτικό μηχανισμό, υπό την έννοια, αν ο μηχανισμός της ανεξάρτητης Αρχής είναι επαρκής, στην περίπτωση που χιλιάδες επαγγελματίες προσφύγουν και αμφισβητήσουν το τεκμαιρόμενο εισόδημα. Όπως ανέφερε, η ΑΔΑΕ πέρυσι έκανε 25.000 τακτικούς ελέγχους, έγιναν σχεδόν 93.000 επιτόπιοι έλεγχοι, οι ελεγκτές ανέρχονται περίπου σε 1.250 . Σε σχέση με τη διαδικασία ελέγχου, όταν ένας επαγγελματίας αμφισβητήσει το τεκμαιρόμενο εισόδημα, ο κ. Πιτσιλής είπε ότι αντίστοιχο πλαίσιο εφαρμόζεται ήδη για το τεκμήριο διαβίωσης. «Σύμφωνα με τον Κώδικα, πρώτα βεβαιώνουμε και μετά εφόσον ο φορολογούμενος προσκομίσει αυτά που πρέπει, προχωράμε στην ανατροπή ή την τροποποίηση της βεβαίωσης», είπε. Επισήμανε ότι έχουν δημιουργηθεί έξι ελεγκτικά κέντρα και προσέθεσε ότι με την ψηφιοποίηση αποσύρονται τα στελέχη της ΑΔΑΕ από έγχαρτες διαδικασίες ώστε να αξιοποιηθούν ως ελεγκτές, πέραν των προσλήψεων που θα γίνουν.
Αναφερόμενος στη σχέση κύριων φόρων και προστίμων, ο διοικητής της ΑΔΑΕ είπε ότι για το 2022, βεβαιώθηκε 1,56 δισ. ευρώ και από αυτά περίπου 1 δισ. ήταν κύριοι φόροι ενώ τα υπόλοιπα ήταν πρόστιμα και προσαυξήσεις.
Σε σχέση με τα myDATA, o κ. Πιτσιλής είπε ότι έχουν ξεκινήσει από τον Οκτώβριο του 2020 και 1.325.000 επιχειρήσεις έχουν διαβιβάσει και διαβιβάζουν παραστατικά ενώ οι καταγεγραμμένες συναλλαγές ξεπέρασαν τα 2 τρισεκατομμύρια. Πάνω από το 70% των επιχειρήσεων στα έσοδα δήλωσαν ό,τι τους πρότεινε η ΑΔΑΕ στο myDATA. «Είναι απλό αυτό που ζητάμε. Όλες οι επιχειρήσεις να διαβιβάζουν τα παραστατικά που εκδίδουν. Αν δεν το κάνουν δεν βοηθούν την προσυμπλήρωση των δικών τους δηλώσεων και δημιουργούν τεράστιο πρόβλημα στις επιχειρήσεις με τις οποίες συναλλάσσονται, γιατί κάθε έσοδο μιας επιχείρησης είναι ταυτόχρονα έξοδο της άλλης», είπε ο κ. Πιτσιλής.
Τέλος, σε σχέση με το σύστημα εισροών-εκροών, ο διοικητής της ΑΔΑΕ είπε ότι μέσα στον Ιανουάριο η ΑΔΑΕ θα καταλήξει τι πρέπει να αλλάξει, ποιες αναβαθμίσεις πρέπει να προχωρήσουν σε επίπεδο μηχανημάτων και λογισμικού για τα πρατήρια, αυτά θα περιληφθούν σε Κοινή Υπουργική Απόφαση και μέσα στο 2024 η αγορά να προχωρήσει τις αναβαθμίσεις που πρέπει.