Η έκθεση «Allspice | Michael Rakowitz & Ancient Cultures», που παρουσιάζεται στην Αίθουσα Περιοδικών Εκθέσεων του Μουσείου Ακρόπολης (έως 31/10/2025) διαχρονικά θέματα πολιτιστικής κληρονομιάς, απώλειας και αποκατάστασης, επιβίωσης και δημιουργίας πολιτισμού.
Ελληνικές αρχαιότητες και αντικείμενα αρχαίων πολιτισμών από τις περιοχές της νοτιοανατολικής Μεσογείου και της Μέσης Ανατολής συνομιλούν με το πολυδιάστατο έργο του, διεθνώς, αναγνωρισμένου σύγχρονου καλλιτέχνη Μάικλ Ράκοβιτς (Michael Rakowitz), το οποίο βρίσκεται στο επίκεντρο. Στην αίθουσα Περιοδικών Εκθέσεων του Μουσείου Ακρόπολης -με εμφανές το κενό ανάμεσα στα γλυπτά του Παρθενώνα- ξεδιπλώνεται από τον καλλιτέχνη η ιστορία της αποικιοκρατίας και αρπαγής λεηλατημένων μουσείων. Ο Ράκοβιτς αναφέρεται σε ένα συνεχιζόμενο και ανοικτό πολιτιστικό τραύμα που συμβαίνει σε όλο τον κόσμο: αντικείμενα που αποτελούν την πολιτιστική μνήμη ενός λαού και συνθέτουν το πνεύμα μιας χώρας, γίνονται αντικείμενα κλοπής, συναλλαγής, καταστροφής και εξαφάνισης.
Η έκθεση -αποτέλεσμα της γόνιμης συνεργασίας του υπουργείου Πολιτισμού, του Μουσείου Ακρόπολης και του Οργανισμού ΝΕΟΝ- αποτελεί μέρος μιας τριλογίας που ξεκινά από το Μουσείο Ακρόπολης, συνεχίζεται τον Οκτώβριο στον εξωτερικό περιβάλλοντα χώρο του, στη δυτική πλευρά προς την οδό Μητσαίων, και καταλήγει, το 2026, στο Παλαιό Μουσείο της Ακρόπολης. «Σήμερα ξεκινάει η πρώτη έκθεση αυτής της τριλογίας. Στην πραγματικότητα είναι ένας θαυμαστός πολιτισμός αυτός των Ασσυρίων, από τους παλαιότερους πολιτισμούς της λεκάνης της Μεσογείου, που συνδυάζεται και συνδιαλέγεται με τις ελληνικές αρχαιότητες του Μουσείου Ακρόπολης σε αγαστή και δημιουργική σύμπνοια με σύγχρονες δημιουργίες του Μάικλ Ράκοβιτς, ο οποίος εμπνέεται από τον πολιτισμό του βιβλικού βασιλείου της αρχαίας Ασσυρίας που μας κληροδότησε πραγματικά μερικά αριστουργηματικά έργα της Μεσοποταμίας», δήλωσε η υπουργός Πολιτισμού Λίνα Μενδώνη, κατά τη συνέντευξη Τύπου που πραγματοποιήθηκε σήμερα στο αμφιθέατρο του Μουσείου Ακρόπολης.
«Δυστυχώς κάποια από αυτά τα αριστουργήματα ακόμα και πρόσφατα αντιμετώπισαν τη δήωση και την καταστροφή. Πολλά, είτε ακέραια είτε θραύσματά τους, εκλάπησαν και απομακρύνθηκαν βίαια από τους τόπους που τα δημιούργησαν. Πέρα λοιπόν όλων των άλλων μηνυμάτων της τριλογίας, αυτή καθαυτή η έκθεση παραπέμπει στην καταστροφή και τη βίαιη αρπαγή των γλυπτών του Παρθενώνα. Δεν είναι λοιπόν τυχαία η συνομιλία η οποία αναπτύσσεται. Αφορά τους αρχαίους πολιτισμούς, αλλά και ένα μείζον εθνικό μας ζήτημα», συμπλήρωσε η Λ. Μενδώνη, που έκανε αναφορά και στο Παλαιό Μουσείο Ακρόπολης το οποίο θα ανοίξει τις πόρτες του σε περίπου έναν χρόνο από σήμερα. «Δεν θα είναι ένα συμβατικού τύπου μουσείο, αλλά ένας συνδυασμός μόνιμων εκθέσεων, κυρίως αρχιτεκτονικών και λοιπών θραυσμάτων, μαζί με αρχαιολογικές περιοδικές εκθέσεις, οι οποίες θα αναδεικνύουν κάθε φορά ένα ουσιαστικό θέμα της πόλης της Αθήνας και της Αθηναϊκής Δημοκρατίας. Θα είναι μία έκθεση η οποία θα συμπληρώνεται με ψηφιακά μέσα προηγμένης τεχνολογίας και τεχνητής νοημοσύνης. Επίσης θα υπάρχει ένας χώρος που θα φιλοξενούνται εκθέσεις σύγχρονης τέχνης, οι οποίες εμπνέονται και συνομιλούν με την πολιτιστική κληρονομιά και με την ίδια την Ακρόπολη».
«Για τις αρχαιότητες θα πρέπει κανείς να κάνει τον βασικό διαχωρισμό: είναι πρόσφυγες ή αιχμάλωτοι; Αν εκπατρίστηκαν από τον τόπο τους για λόγους σωτηρίας, θα μπορούσε να τις θεωρήσει κάποιος ως πρόσφυγες, που σε οποιαδήποτε στιγμή που οι συνθήκες θα το επέτρεπαν θα μπορούσαν και θα έπρεπε να επιστρέψουν στις κοιτίδες τους. Αυτός ο εκπατρισμός, όμως, δεν θα πρέπει σε καμία περίπτωση να συνδέεται με κλοπή, αρπαγή ή εμπόριο. Αν πάλι εκπατρίστηκαν βιαίως από κλοπή, αρπαγή, συναλλαγή, δωροδοκία, για λόγους παράνομης ιδιοκτησίας, πλουτισμού κλπ, τότε οι αιχμάλωτες αρχαιότητες θα πρέπει να αποδοθούν εκεί που ανήκουν… Έως ότου υπάρξει αποκαταστατική Δικαιοσύνη, τα έργα του Rakowitz, είτε αυτά που είναι ολόκληρα είτε αποτελούνται από τμήματα διαμελισμένων αγαλμάτων, αρχιτεκτονικών συνόλων ή από “ επανεμφανίσεις”, παραμένουν ουσιαστικά σκιές και φαντάσματα με ένα άρωμα μνήμης και “ ανθρωπιάς”, που λειτουργούν και ως υπόμνηση της απώλειας χιλιάδων αντικειμένων, που κινούνται μεταφερόμενα από έκθεση σε έκθεση κι από χώρα σε χώρα, ευαισθητοποιώντας συνειδήσεις έως την επιδιωκόμενη αποκατάσταση της Δικαιοσύνης», δήλωσε ο καθηγητής Νικόλαος Χρ. Σταμπολίδης, γενικός διευθυντής του Μουσείου Ακρόπολης και συνεπιμελητής της έκθεσης.
«Είναι δύσκολο να εκφράσω τα αισθήματά μου που βρίσκομαι στην Αθήνα. Κάθε φορά είναι σαν να επιστρέφω σπίτι μου -γενικά δεν μου αρέσει να αφήνω την οικογένειά μου όταν πρέπει να ταξιδέψω για δουλειά, αλλά είμαι πάντα γεμάτος ενθουσιασμό και προσδοκία όταν έρχομαι εδώ και πραγματικά θρηνώ όταν φεύγω. Δεν θα μπορούσα να φανταστώ καλύτερο συγκείμενο για τη δουλειά μου από το Μουσείο Ακρόπολης -για μένα είναι το πιο σημαντικό μουσείο του κόσμου. Είναι ένα μουσείο που με την ίδρυσή του ζητάει την επιστροφή, την επανένωση», δήλωσε ο Μάικλ Ράκοβιτς, που αναφέρθηκε και στα Γλυπτά του Παρθενώνα. «Φυσικά και πρέπει να επιστραφούν. Δεν υπάρχει καμία αμφιβολία. Δεν υπάρχει κάτι περίπλοκο σε αυτό. Πρέπει να επιστραφούν. Κάποιες επανενώσεις είναι αδύνατες. Αυτή είναι πολύ εφικτή. Αυτό είναι το σωστό και δεν καταλαβαίνω γιατί υπάρχει καν αυτή η συζήτηση».
«Η επιλογή του Μάικλ Ράκοβιτς δεν είναι τυχαία. Το έργο του είναι βαθιά πολιτικό, καθώς θίγει την απώλεια και την αποκατάσταση αρχαιοτήτων και τη διαμόρφωση νέων πολιτιστικών ταυτοτήτων. Ο ίδιος αναδεικνύει το στοιχείο που απουσιάζει. Την εξαφάνιση των αντικειμένων, την απώλεια του αρχαίου ανάγλυφου και την καταστροφή της πολιτιστικής συνέχειας και ενότητας, καθώς και την απελπισία, τον πόνο και την απογοήτευση των ανθρώπων που έζησαν δίπλα σε αυτά. Έννοιες που έχουν καθορίσει και τη δική μας συλλογική μνήμη και συμπεριφορά. Το ίδιο το Μουσείο Ακρόπολης προβάλλει αυτό το τραύμα του εκτοπισμού. Η ιστορία της δημιουργίας του και της αρχιτεκτονικής του αναγνωρίζει την ίδια την απουσία των Γλυπτών του Παρθενώνα», δήλωσε η Ελίνα Κουντούρη, διευθύντρια του ΝΕΟΝ και συνεπιμελήτρια της έκθεσης.
Τις ευχαριστίες του προς την υπουργό Πολιτισμού, την Εφορεία Αρχαιοτήτων Πόλης Αθηνών, το ΔΣ του Μουσείου Ακρόπολης και τον γενικό διευθυντή του Ν. Σταμπολίδη, στον καλλιτέχνη και στο ΝΕΟΝ, αλλά και τη χαρά του που βλέπει «ότι μπορούμε και κάνουμε πράγματα, να τολμάμε, να παρουσιάζουμε πρωτοβουλίες σε όλους τους τομείς», εξέφρασε ο Δημήτρης Δασκαλόπουλος, ιδρυτής του ΝΕΟΝ.
Τριλογία
Στην έκθεση «Allspice | Michael Rakowitz & Ancient Cultures», που περιλαμβάνει και τρεις νέες αναθέσεις στον καλλιτέχνη, περιλαμβάνονται αρχαία αντικείμενα από τη Μέση Ανατολή και τη νοτιοανατολική Μεσόγειο, που γενναιόδωρα παραχωρήθηκαν από το Ινστιτούτο Αρχαίων Πολιτισμών του Πανεπιστημίου του Σικάγο (13 αντικείμενα), τη Συλλογή Κυπριακών Αρχαιοτήτων Θ. Ζιντίλη, σήμερα στο Μουσείο Κυκλαδικής Τέχνης στην Αθήνα (1 αντικείμενο), καθώς και ένας μεγάλος αριθμός σύγχρονων έργων από τη σειρά «Ο αόρατος εχθρός δεν πρέπει να υπάρχει» (The invisible enemy should not exist) του Rakowitz. Τα έργα του Ράκοβιτς από τη σειρά αυτή αποτελούν «επανεμφανίσεις» ιστορικά λεηλατημένων και πρόσφατα κατεστραμμένων ανάγλυφων γλυπτών που κοσμούσαν τους τοίχους του αρχαίου ασσυριακού παλατιού της Νιμρούντ-Kalḫu. Οι ανάγλυφες αυτές πλάκες -«επανεμφανίσεις» παρουσιάζονται με κενά ανάμεσά τους, κάνοντας εμφανείς τις ρωγμές (ζημιές από την αρχαιότητα, πόλεμοι, λεηλασίες) που δεν μπορούν να κρυφτούν. Αντίθετα μαρτυρούν την ιστορία και γίνονται πλέον μέρος της ταυτότητας του έργου. Τα νέα γλυπτά γίνονται από πεπιεσμένο χαρτί, σύγχρονες εφημερίδες της Μέσης Ανατολής και συσκευασίες τροφίμων του Βόρειου Ιράκ. Τα αναλώσιμα υλικά υπογραμμίζουν ακριβώς την απουσία των πρωτότυπων αντικειμένων που λείπουν.
Τον Οκτώβριο 2025 (έως και τον Δεκέμβριο 2026), στο δεύτερο μέρος της έκθεσης Michael Rakowitz & Ancient Cultures, θα παρουσιαστεί το έργο The Invisible Enemy Should not Exist, Lamassu of Nineveh (2018) στον εξωτερικό περιβάλλοντα χώρο του Μουσείου Ακρόπολης, στη δυτική του πλευρά προς την οδό Μητσαίων. Το Lamassu of Nineveh (2018), που αποτελεί ανάθεση για το The Fourth Plinth της πλατείας Τραφάλγκαρ του Λονδίνου, είναι μια προέκταση της σειράς The Invisible Enemy Should not Exist. Το Lamassu του Rakowitz είναι φτιαγμένο από μεταλλικά κουτιά από κονσέρβες σιροπιού χουρμά από το Ιράκ και «αναπαριστά» το μήκους περίπου 4,3 μέτρων άγαλμα του φτερωτού ταύρου, της προστατευτικής ασσυριακής θεότητας που βρισκόταν στην είσοδο της Πύλης Nergal της Νινευή από το 700 πΧ μέχρι τον Φεβρουάριο του 2015, όταν το ISIS το κατέστρεψε μαζί με αντικείμενα στο κοντινό Μουσείο της Μοσούλης. Η θέση φέρνει το Lamassu σε συνομιλία με την ανασκαφή που απλώνεται στη βάση του Μουσείου Ακρόπολης, με τον βράχο της Ακρόπολης που δεσπόζει με τα μνημεία του, όσο και με το αστικό τοπίο που το περιβάλει, καθώς και με το σύγχρονο κτίριο του Μουσείου.
Η τριλογία ολοκληρώνεται με την έκθεση στο Παλαιό Μουσείο της Ακρόπολης, τον Μάιο 2026. Η προετοιμασία ξεκινά με τη συνεργασία της Εφορείας Αρχαιοτήτων Πόλης Αθηνών του υπουργείου Πολιτισμού και του ΝΕΟΝ. Η ιδέα περιστρέφεται γύρω από τις ιστορίες διασποράς και το πώς αντικείμενα από διαφορετικά ιστορικά, γεωγραφικά και αρχαιολογικά συμφραζόμενα διαμορφώνουν αφηγήσεις, που δεν προέρχονται μόνο από γεωγραφικές οντότητες, αλλά και από ιστορικές. Η αρχαία πλίνθος -το τούβλο- ως δομικό υλικό οικοδόμησης, ιστοριών και αναμνήσεων και ο πηλός από το οποίο κατασκευάζεται, βρίσκονται στο επίκεντρο της νέας ανάθεσης.
