Οι επικείμενες προεδρικές εκλογές στις ΗΠΑ τον ερχόμενο Νοέμβριο αναμένεται να γράψουν ιστορία, καθώς παρουσιάζουν αρκετά πρωτόγνωρα χαρακτηριστικά.
Για πρώτη φορά μετά από σχεδόν 70 χρόνια, όταν ο Αϊζενχάουερ είχε νικήσει για δεύτερη φορά την κούρσα για την προεδρία απέναντι στον Δημοκρατικό υποψήφιο Στήβενσον, έχουμε τον Νοέμβριο την επαναληπτική σύγκρουση του διδύμου που είχε διασταυρώσει τα ξίφη του και στις προηγούμενες εκλογές του 2020: Μπάιντεν εναντίον Τραμπ.
Στα 81 του, ο Δημοκρατικός Τζο Μπάιντεν θα είναι ο γηραιότερος Αμερικανός πρόεδρος, αν καταφέρει να εξασφαλίσει μια δεύτερη τετραετή θητεία. Άλλωστε, αυτός είναι ο λόγος που συνεχώς εγείρονται ερωτήματα για την οξυδέρκειά του και τις σωματικές του αντοχές.
Αλλά και ο Ντόναλντ Τραμπ, που και αυτός κλείνει φέτος αισίως τα 78 έτη, θα είναι επίσης ένας από τους γηραιότερους προέδρους, αν εκλεγεί.
Ο Ρεπουμπλικάνος υποψήφιος μάλιστα έγινε ο πρώτος πρώην Αμερικάνος πρόεδρος που καταδικάστηκε για έγκλημα, όταν το δικαστήριο της Νέας Υόρκης τον Μάιο τον έκρινε ένοχο για παραποίηση εγγράφων με σκοπό να καλύψει πληρωμές που είχε κάνει για να εξαγοράσει τη σιωπή της πορνοστάρ Στόρμι Ντάνιελς πριν από τις εκλογές του 2016. Εν αναμονή της εξαγγελίας της ποινής στις 11 Ιουλίου, ο Τραμπ έχει ήδη δηλώσει ότι θα ασκήσει έφεση κατά της απόφασης.
Οι δημοσκοπήσεις που πραγματοποιούνται σε εθνικό επίπεδο στις ΗΠΑ δείχνουν ότι Μπάιντεν και Τραμπ θα έχουν μια σκληρή μάχη ενόψει των εκλογών της 5ης Νοεμβρίου, όμως ιδιαίτερη εντύπωση προκαλούν τα χαμηλά ποσοστά αποδοχής των δύο υποψηφίων από τους ψηφοφόρους, που ενδεχομένως να καταστίσουν μείζον το θέμα της προσέλευσης του εκλογικού σώματος στις κάλπες. Από κει και πέρα, αυτές που καταγράφονται ως οι κυριότερες ανησυχίες των πολιτών είναι η οικονομία, η ασφάλεια των συνόρων και ο ακραίος πολιτικός λόγος.
Η εκστρατεία του Μπάιντεν
Ο Τζο Μπάιντεν βασίζει την προεκλογική του στρατηγική για να εξασφαλίσει μια δεύτερη θητεία στη διαχείριση της οικονομίας από την πανδημία του Covid-19 και μετά, καθώς και σε αυτό που αποκαλεί «μάχη για την ψυχή της Αμερικής»: μια μάχη ενάντια στον Τραμπ και τους Ρεπουμπλικάνους οπαδούς του, τους οποίους ο Μπάιντεν χαρακτηρίζει εξτρεμιστές. Μεγάλο μέρος της εκστρατείας του Μπάιντεν εστιάζει στην προειδοποίηση των ψηφοφόρων ότι ο Τραμπ αποτελεί θανάσιμη απειλή για την αμερικανική δημοκρατία. Επίσης, τον κατηγορεί ότι υποκίνησε την επίθεση στις 6 Ιανουαρίου 2021 στο Καπιτώλιο και ότι σχεδιάζει να εκδικηθεί όσους τότε προσπάθησαν να τον τιμωρήσουν.
ΗΠΑ: Στο μικροσκόπιο οι εκστρατείες Μπάιντεν – Τραμπ ενόψει των προεδρικών εκλογών του Νοεμβρίου
Όπως συμβαίνει και στις περισσότερες εκλογικές αναμετρήσεις, η οικονομική κατάσταση των πολιτών παίζει κεντρικό ρόλο, με τον σημερινό πρόεδρο να υποστηρίζει ότι η οικονομία έχει ανακάμψει σημαντικά, με την ανεργία να πέφτει σε χαμηλά πολλών γενεών, το ΑΕΠ να αυξάνεται ταχύτερα από το αναμενόμενο και τους μισθούς να αυξάνονται.
Ωστόσο, ο πληθωρισμός, παρότι έχει υποχωρήσει τους τελευταίους μήνες, εξακολουθεί να είναι πηγή ανησυχίας για τους πολίτες εξαιτίας των υψηλών τιμών που διαμορφώνονται για βασικά αγαθά όπως τα τρόφιμα, τα καύσιμα, τα αυτοκίνητα και η στέγαση.
Την ίδια στιγμή, το επιτελείο του Μπάιντεν επισημάνει ότι οι ομοσπονδιακές επενδύσεις στις υποδομές, την καθαρή ενέργεια και τους υπολογιστές δημιουργούν ένα κλίμα μακροπρόθεσμης ανάπτυξης θέσεων εργασίας.
Αναφορικά με την εξωτερική πολιτική της δυτικής υπερδύναμης, ο Μπάιντεν είναι υπέρμαχος της παραδοσιακής θέσης της Ουάσιγκτον που πιστεύει ότι οι ΗΠΑ πρέπει να έχουν ηγετικό ρόλο στις διεθνείς υποθέσεις για τη διατήρηση της παγκόσμιας ασφάλειας.
Η εκστρατεία του Τραμπ
Ο Τραμπ και το επιτελείο του υποστηρίζουν ότι οι Αμερικανοί ήταν σε καλύτερη οικονομική κατάσταση κατά τη διάρκεια της παραμονής του στον Λευκό Οίκο, επισημαίνοντας τον πληθωρισμό και τα υψηλά επιτόκια που ήρθαν κατά τη διακυβέρνηση Μπάιντεν.
Ο Ρεπουμπλικάνος υποψήφιος έχει υποσχεθεί ότι θα περικόψει τις ομοσπονδιακές δαπάνες, τις οποίες κατηγορούν για την τόνωση του πληθωρισμού και την πυροδότηση της εκτίναξης των τιμών καταναλωτή, θα περιορίσει απαγορεύσεις που ισχύουν σε ομοσπονδιακό επίπεδο και θα μειώσει τους φόρους.
Σχετικά με τα μεταναστευτικά ρεύματα, ο Τραμπ έχει δηλώσει ότι αν εκλεγεί θα εφαρμόσει πιο αυστηρές πολιτικές από την τετραετία που ήταν στην εξουσία, όπως μαζικές απελάσεις, με σκοπό να ανακόψει τις ροές ρεκόρ μεταναστών προς τις ΗΠΑ από το Μεξικό. Χωρίς να έχει παρουσιάσει στοιχεία που να τον επιβεβαιώνουν, ο Τραμπ έχει επανειλημμένα ισχυριστεί ότι αυτή η εισροή έχει οδηγήσει σε αύξηση των βίαιων εγκλημάτων στη χώρα.
Αντικρούοντας τους ισχυρισμούς Μπάιντεν ότι αποτελεί κίνδυνο για τη δημοκρατία, ο Τραμπ κατηγορεί τον Λευκό Οίκο ότι εργαλειοποιεί το Υπουργείο Δικαιοσύνης ώστε μέσω των δικαστικών διώξεων να τον εμποδίσει να κερδίσει άλλη μία προεδρική θητεία, ενώ το ίδιο το υπουργείο διαψεύδει ότι ενεργεί με πολιτική προκατάληψη.
Στο πεδίο της εξωτερικής πολιτικής, το δόγμα Τραμπ «Πρώτα η Αμερική» είναι γνωστό εδώ και χρόνια και βασίζεται σε μια ατζέντα που επιδιώκει να αποφύγει τις διεθνείς εμπλοκές, ενώ ο πρώην πρόεδρος ισχυρίζεται ότι θα μπορούσε να τερματίσει τη σύγκρουση Ουκρανίας-Ρωσίας εντός 24 ωρών.
Αμβλώσεις
Οι Δημοκρατικοί έχουν καταστίσει τις αμβλώσεις κεντρικό θέμα της εκστρατείας τους για τις προεδρικές εκλογές, δύο χρόνια από τη στιγμή που το Ανώτατο Δικαστήριο – με τη συντηρητική πλειοψηφία που διορίστηκε Τραμπ – ανέτρεψε παλαιότερη απόφαση και έκρινε ότι η άμβλωση δεν προστατεύεται συνταγματικά.
Οι δημοσκοπήσεις δείχνουν ότι οι περισσότεροι Αμερικανοί δεν βλέπουν με καλό μάτι τους περιορισμούς στα αναπαραγωγικά δικαιώματα και οι Δημοκρατικοί ευελπιστούν ότι οι επιθέσεις σε αυτά τα δικαιώματα θα ενθαρρύνουν εκατομμύρια γυναίκες και ανεξάρτητους να στραφούν φέτος με το μέρος τους.
Ο Ρωμαιοκαθολικός Μπάιντεν κατά καιρούς έχει διαφωνήσει με την υποστήριξη του κόμματός του προς το δικαίωμα της άμβλωσης, όμως έχει δεσμευτεί να εγκρίνει τη νομική κατοχύρωση αυτού του δικαιώματος, μετά την απόφαση του Ανώτατου Δικαστηρίου.
Το Ρεπουμπλικανικό Κόμμα εμφανίζεται διχασμένο απέναντι στις αμβλώσεις, με τον Τραμπ να ισχυρίζεται ότι η αρμοδιότητα σε αυτό το θέμα πρέπει να είναι σε πολιτειακό επίπεδο, ενώ πολλά στελέχη του κόμματος πιέζουν για απαγόρευση σε εθνικό επίπεδο. Ο Ρεπουμπλικάνος υποψήφιος υποστηρίζει ορισμένες εξαιρέσεις για σε περιπτώσεις βιασμού, αιμομιξίας, καθώς και για την προστασία της ζωής της μητέρας.
Ασφάλεια των συνόρων
Από την ανάληψη των καθηκόντων του το 2021, ο Μπάιντεν έχει έρθει αντιμέτωπος με αριθμούς ρεκόρ μεταναστών που συλλαμβάνονται να περνούν παράνομα τα σύνορα ΗΠΑ-Μεξικού.
Πριν από λίγες ημέρες, καθώς οι δημοσκοπήσεις έδειχναν ότι η ασφάλεια των συνόρων αποτελεί κορυφαίο ζήτημα για τους ψηφοφόρους, ο Μπάιντεν ανακοίνωσε μια νέα σειρά περιοριστικών μέτρων ασφαλείας που επιτρέπουν στην κυβέρνηση να απελάσει ή να επαναπροωθήσει γρήγορα τους μετανάστες που εισέρχονται παράνομα στη χώρα, χωρίς να τους επιτρέψει να ζητήσουν άσυλο.
Τα μέτρα, στο ύφος των συνοριακών πολιτικών της εποχής Τραμπ, προκάλεσαν έντονη κριτική από τους φιλελεύθερους, οι οποίοι είπαν ότι θα αμφισβητήσουν αυτές τις πολιτικές στα δικαστήρια.
Από την πλευρά του, ο Τραμπ έχει δεσμευτεί να ενισχύσει την ασφάλεια των συνόρων και να προχωρήσει στη μεγαλύτερη απέλαση μεταναστών στην ιστορία των ΗΠΑ.
Ισραήλ-Χαμάς
Ο Μπάιντεν έχει επικριθεί έντονα στους κόλπους των Δημοκρατικών για τη σταθερή υποστήριξή του στο Ισραήλ στη σύγκρουση με τη Χαμάς στη Λωρίδα της Γάζας, με εκατοντάδες διαδηλώσεις να ξεσπούν σε πόλεις και πανεπιστημιουπόλεις σε όλη τη χώρα. Η Ουάσιγκτον έχει ζητήσει από την ισραηλινή κυβέρνηση να μετριάσει τις επιθέσεις της στη Γάζα, όπου έχουν σκοτωθεί περισσότεροι από 36.000 Παλαιστίνιοι, και έχει μπλοκάρει τουλάχιστον μία αποστολή όπλων στο Ισραήλ.
Πρόσφατα, ο Μπάιντεν περιέγραψε μια συμφωνία κατάπαυσης του πυρός σε τρεις φάσεις με σκοπό τον τερματισμό της σύγκρουσης, όμως ακόμη δεν είναι σαφές αν θα την αποδεχτούν το Ισραήλ και η Χαμάς.
Η πλευρά των Ρεπουμπλικάνων επίσης στηρίζει το Ισραήλ και μάλιστα έχει κατηγορήσει πολλάκις τους φιλοπαλαιστίνιους διαδηλωτές για αντισημιτική στάση. Όμως ο Τραμπ σε διάφορες περιστάσεις έχει προτρέψει το Ισραήλ να τελειώσει τον πόλεμο διαφορετικά, αλλιώς κινδυνεύει να χάσει την παγκόσμια υποστήριξη.
Σε κάθε περίπτωση πάντως, δεν έχει ξεκαθαρίσει αν θα ακολουθήσει απέναντι στο Ισραήλ μια πολιτική διαφορετική από αυτή που έχει υιοθετήσει ο Μπάιντεν, σε περίπτωση που επανέλθει στο Λευκό Οίκο.
Ουκρανία
Σε αυτό το κεφάλαιο της εξωτερικής πολιτικής των ΗΠΑ παρουσιάζονται σημαντικές διαφοροποιήσεις ανάμεσα στους δύο διεκδικητές του προεδρικού θώκου στην ουάσιγκτον, αφού ο Μπάιντεν υπήρξε από την αρχή ένθερμος υποστηρικτής της παροχής στρατιωτικής και άλλης βοήθειας στην Ουκρανία στον πόλεμό της με τη Ρωσία, ενώ ο Τραμπ έχει επανειλημμένα εκφράσει αμφιβολίες για το αν μια τέτοια βοήθεια είναι προς το εθνικό συμφέρον των ΗΠΑ, αν και αναγνωρίζει ότι η επιβίωση της Ουκρανίας είναι σημαντική για τη χώρα του.
Την ίδια στιγμή όμως, παρά τις πιέσεις στο κόμμα του, ο Τραμπ τον Απρίλιο αρνήθηκε να ασκήσει πιέσεις κατά της ψήφισης ενός πακέτου βοήθειας 95 δισεκατομμυρίων δολαρίων προς την Ουκρανία, το Ισραήλ και την Ταϊβάν.
Σχέσεις με Κίνα
Η κυβέρνηση Μπάιντεν έχει υπογραμμίσει κατ’ επανάληψη ότι εργάζεται για την άμβλυνση των εντάσεων και όχι για τη διακοπή των σχέσεων με την Κίνα, εστιάζοντας στην αποφυγή της κλιμάκωσης σε σύγκρουση του ανταγωνισμού μεταξύ των δύο μεγαλύτερων οικονομικών δυνάμεων του κόσμου. Παρ’ όλα αυτά, πρόσφατα ο Αμερικανός πρόεδρος πρότεινε την επιβολή υψηλότερων δασμών σε κινεζικά προϊόντα, όπως τα προϊόντα χάλυβα και αλουμινίου.
Από την πλευρά τους, οι Ρεπουμπλικάνοι θεωρούν την Κίνα ως μια αυξανόμενη απειλή για την εθνική ασφάλεια, ενώ ο Τραμπ έχει χαρακτηρίσει τον ασιατικό γίγαντα ως οικονομικό αντίπαλο και έχει δεσμευτεί να επιβάλει περαιτέρω δασμούς στις κινεζικές εισαγωγές.
Στο θέμα της Ταϊβάν, ο Μπάιντεν έχει ορκιστεί να προστατεύσει το νησί σε περίπτωση κινέζικης επίθεσης, ενώ ο Τραμπ ακολουθεί στο θέμα μια πολιτική στρατηγικής ασάφειας, δημιουργώντας σκόπιμα αβεβαιότητα σχετικά για το πώς θα ενεργούσαν οι ΗΠΑ εάν υπήρχε κινεζική εισβολή.
Οι πολιτείες-κλειδιά για τις εκλογές
Τόσο οι Ρεπουμπλικάνοι, όσο και οι Δημοκρατικοί θα ανακηρύξουν επίσημα τους υποψήφιους για την προεδρία στα συνέδριά τους αυτό το καλοκαίρι, που θα διεξαχθούν στο Μιλγουόκι και στο Σικάγο, αντίστοιχα.
Το γεγονός ότι και τα δύο κόμματα θα πραγματοποιήσουν τις συνελεύσεις τους στις Μεσοδυτικές ΗΠΑ δείχνει την αξία που αμφότερα αποδίδουν σε πολιτείες όπως το Μίσιγκαν, η Πενσυλβάνια και το Ουισκόνσιν, οι οποίες το 2016, όταν εξελέγη ο Τραμπ, έκλιναν προς τον Ρεπουμπλικάνο υποψήφιο, ενώ το 2020 που αναδείχθηκε ο Μπάιντεν, αυτές οι πολιτείες προτίμησαν τον εκλεκτό των Δημοκρατικών.
Επίσης, οι πολιτείες της Αριζόνα, της Τζορτζια και της Νεβάδα θεωρούνται αμφίρροπες και για τα δύο κόμματα, με αυξανόμενους πληθυσμούς που μετακινούνται μεταξύ των δύο κομμάτων και θα μπορούσαν να καθορίσουν το αποτέλεσμα.
Πηγή: Reuters