Ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης συμμετείχε σε συζήτηση στο πλαίσιο εκδήλωσης που συνδιοργάνωσαν η Νέα Δημοκρατία και το Ευρωπαϊκό Λαϊκό Κόμμα με τίτλο «Ο Δρόμος προς την Ανάκαμψη», με συνομιλητές τον πρωθυπουργό της Κροατίας Andrej Plenković και τον πρόεδρο του ΕΛΚ και επικεφαλής της Κοινοβουλευτικής Ομάδας του ΕΛΚ στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο Manfred Weber. Συντονιστής της συζήτησης ήταν ο ευρωβουλευτής, αντιπρόεδρος της Κοινοβουλευτικής Ομάδας του ΕΛΚ και Πρόεδρος της Ομάδας Εργασίας «Προϋπολογισμός και Διαρθρωτικές Πολιτικές», Siegfried Mureşan.
Κατά την εισαγωγική του τοποθέτηση ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης σημείωσε (ανεπίσημη μετάφραση από τα αγγλικά):
«Αγαπητέ Manfred, αγαπητέ Andrej, κυρίες και κύριοι,
Καταρχάς, καλώς ήρθατε στην Αθήνα. Είναι μεγάλη χαρά που φιλοξενούμε αυτή τη συζήτηση, που πιστεύω ότι θα είναι πολύ ενδιαφέρουσα και εποικοδομητική. Μας δίνει επίσης την ευκαιρία να ανταλλάξουμε απόψεις για ένα πολύ σημαντικό ζήτημα για όλους μας.
Θα αφήσω στην άκρη τις παρατηρήσεις που είχα ετοιμάσει και θα μοιραστώ μαζί σας μερικές πολύ σύντομες σκέψεις. Προσπαθώντας να θυμηθώ το σκεπτικό που ακολουθήσαμε εκείνους τους δύσκολους μήνες κατά τη διάρκεια της πανδημίας, όταν δημιουργήσαμε το NextGenerationEU, βασικό εργαλείο του οποίου είναι το Ταμείο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας, θυμάμαι τον Μάρτιο του 2020, όταν οκτώ από εμάς συνυπογράψαμε μια επιστολή που απευθυνόταν τότε στον Πρόεδρο του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου και την Πρόεδρο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, ζητώντας μια άνευ προηγουμένου απάντηση σε μια άνευ προηγουμένου κρίση. Βέβαια, αναφέρομαι στην πανδημία. Και τότε, πολλοί πίστευαν ότι αυτό που προτείναμε ήταν αδιανόητο.
Ωστόσο, πιστεύω ότι αποτελεί απόδειξη της ικανότητας της Ευρώπης να βρίσκει πολύ καινοτόμες λύσεις υπό πίεση, το γεγονός ότι τον Ιούλιο, τέσσερις μήνες αργότερα, πράγματι συμφωνήσαμε σε κάτι πρωτοφανές. Και ουσιαστικά, σε τι συμφωνήσαμε;
Ότι θα δανειζόμασταν σε υπερεθνικό επίπεδο, στο επίπεδο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και θα κατευθύναμε αυτούς τους πόρους, μέσω ενός συνδυασμού επιχορηγήσεων και δανείων, στα κράτη μέλη με βάση την οικονομική τους κατάσταση.
Ώστε οι ασθενέστερες χώρες να λαμβάνουν μεγαλύτερη στήριξη, αλλά και με βάση ένα πολύ λεπτομερές σχέδιο που έπρεπε να υποβάλουν τα κράτη μέλη, το οποίο έπρεπε να συνάδει με τις συνολικές προτεραιότητες της Ευρωπαϊκής Ένωσης όσον αφορά τον πράσινο και ψηφιακό μετασχηματισμό, την κοινωνική συνοχή και την ανταγωνιστικότητα.
Και πράγματι, ο Andrej θυμάται καλά εκείνη τη διαπραγμάτευση, ή δεν είμαι καν σίγουρος αν τη θυμόμαστε καλά, με πολλά ξενύχτια στις τρεις ή τέσσερις το πρωί, αλλά η τελική συμφωνία, πιστεύω, αιφνιδίασε πολλούς ευρωσκεπτικιστές και το ΕΛΚ ήταν στην πρώτη γραμμή αυτής της συμφωνίας.
Βέβαια, στη συνέχεια άρχισε η δύσκολη δουλειά, διότι είχαμε δεσμευτεί και έπρεπε να καταλήξουμε σε ένα σχέδιο και μια δομή, μια δομή διακυβέρνησης, για να διασφαλίσουμε ότι το σχέδιο θα εφαρμοζόταν όπως έπρεπε.
Και χρειάστηκε μεγάλη προσπάθεια για να καταλήξουμε πράγματι σε ένα πολύ λεπτομερές σχέδιο που συνδύαζε επενδύσεις και μεταρρυθμίσεις και το οποίο υποβλήθηκε στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή.
Ένα από τα πρώτα σχέδια που εγκρίθηκε, το οποίο κατά τη γνώμη μου παραμένει ένα πολύ ισορροπημένο σχέδιο που τιμά τις προτεραιότητες που τέθηκαν στην αρχή, όταν σχεδιάσαμε αυτό το πρόγραμμα, τον ψηφιακό μετασχηματισμό του κράτους αλλά και των επιχειρήσεων και την ψηφιακή εκπαίδευση των πολιτών, την αύξηση της απασχόλησης, την κοινωνική συνοχή και, βέβαια, την πράσινη μετάβαση. Το σχέδιο είναι πολύ σαφές.
Θέλουμε να δημιουργήσουμε 200.000 νέες θέσεις εργασίας. Γι’ αυτό και το ονομάσαμε «Ελλάδα 2.0».
Και πιστεύω ότι η μεγάλη επιτυχία του σχεδίου ήταν ότι το συνδυάσαμε με σημαντικές μεταρρυθμίσεις, οι οποίες όμως, σε αντίθεση με ό,τι συνέβη στο παρελθόν, δεν ήταν μεταρρυθμίσεις που μας επέβαλαν οι δανειστές μας, αλλά μεταρρυθμίσεις που σε μεγάλο ποσοστό ήταν ελληνικής «ιδιοκτησίας». Μεταρρυθμίσεις που ήταν μέρος του πολιτικού μας προγράμματος, τις οποίες μάλιστα ήμασταν πολύ πρόθυμοι να εφαρμόσουμε. Ως εκ τούτου, το στοιχείο της αιρεσιμότητας αυτής της μεταρρύθμισης δεν αποτελούσε πρόβλημα για εμάς. Αν μη τι άλλο, ασκεί ίσως λίγο μεγαλύτερη πίεση στους Υπουργούς, επειδή γνωρίζουν ότι έχουν πολύ συγκεκριμένα ορόσημα και στόχους που πρέπει να επιτύχουν.
Και γι’ αυτό δίνουμε τόσο μεγάλη έμφαση στη διακυβέρνηση του προγράμματος, διότι, όπως γνωρίζετε, η αιρεσιμότητα και η διαδικασία ελέγχου είναι πολύ, πολύ αυστηρές. Και χρειάζεται να είναι, διότι αυτός είναι ο μόνος τρόπος για να εξασφαλιστεί η μέγιστη δυνατή διαφάνεια. Αλλά πιστεύω ότι υπό την ηγεσία του Αναπληρωτή Υπουργού μας, του κ. Παπαθανάση, έχουμε δημιουργήσει ένα πλαίσιο που επιβάλλει την απαραίτητη πειθαρχία. Και δεν υπάρχει τίποτα χειρότερο για έναν Υπουργό από το να γνωρίζει ότι αν αποτύχουμε να ανταποκριθούμε έστω και σ’ ένα μόνο ορόσημο, μπορεί να καθυστερήσει η εκταμίευση μιας ολόκληρης δόσης.
Και είμαι βέβαιος ότι δεν θέλουν να βρεθούν σε αυτή τη θέση. Έτσι, όλοι προσπαθούν λίγο περισσότερο για να διασφαλίσουν ότι αυτό δεν θα συμβεί. Συνεπώς, θα έχουμε την ευκαιρία να συζητήσουμε λεπτομερώς στη συνέχεια τα συγκεκριμένα στοιχεία του σχεδίου. Αλλά αυτό που θέλω να τονίσω εκ νέου είναι ότι το ΕΛΚ και οι ηγέτες του ήταν πράγματι στην πρώτη γραμμή αυτής της μεταρρύθμισης. Και πρέπει να το αναφέρω εδώ.
Ήταν η Angela Merkel εκείνη που άλλαξε γνώμη. Στην αρχή ήταν κάθετα αντίθετη αλλά στην πορεία κατάλαβε ότι έπρεπε να κάνει ένα βήμα πίσω, να κάνει αυτόν τον συμβιβασμό, γιατί ήταν για το καλό της Ευρώπης. Και στο τέλος της ημέρας, αυτό είναι που κάνει την πολιτική μας οικογένεια να ξεχωρίζει: μπορούμε να εστιάζουμε στη μεγάλη εικόνα, τη μεγάλη ευρωπαϊκή εικόνα, και να κάνουμε πάντα αυτό που είναι το σωστό για την Ευρώπη.
Και πάλι, σας ευχαριστώ πολύ που είστε εδώ και σας ευχαριστώ που διοργανώνετε αυτή την εκδήλωση».
Ακολουθούν οι τοποθετήσεις του κ. Μητσοτάκη κατά τη συζήτηση με τους κ. Plenković και Weber, με συντονιστή τον κ. Mureşan:
«Πιστεύω ότι είναι σημαντικό να προσδιορίσουμε το ποσό αυτό: η Ελλάδα θα λάβει τελικά 36 δισ. ευρώ από το Ταμείο Ανάκαμψης, εκ των οποίων 19 δισ. ευρώ σε άμεσες επιχορηγήσεις και σχεδόν 17 δισ. ευρώ σε χαμηλότοκα δάνεια. Αυτό είναι ένα πολύ, πολύ σημαντικό ποσό. Όπως είπε ο Andrej, το 18% του ΑΕΠ μας.
Λαμβάνουμε τη μεγαλύτερη κατά κεφαλήν οικονομική στήριξη από το Ταμείο Ανάκαμψης. Και φυσικά, αναλαμβάνουμε μεγάλη ευθύνη για να ισορροπήσουμε αφενός κινούμενοι εντός των ορίων του Ταμείου Ανάκαμψης, όπως ειπώθηκε, αλλά και αφετέρου προτάσσοντας τις δικές μας εθνικές προτεραιότητες προκειμένου να αξιοποιήσουμε με τον καλύτερο δυνατό τρόπο αυτό το πολύ σημαντικό χρηματικό ποσό.
Θα ξεκινήσω με τα δάνεια, αναφέρθηκε και από τον Άκη Σκέρτσο προηγουμένως. Γιατί νομίζω ότι συγκαταλέγεται στα success stories του Ταμείου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας. Τα χαμηλότοκα δάνεια έτυχαν εξαιρετικά καλής υποδοχής από την ελληνική επιχειρηματική κοινότητα και ουσιαστικά το σύνολο των κονδυλίων έχουν ήδη απορροφηθεί. Και πρόκειται για δάνεια που χρησιμοποιούνται για παραγωγικές επενδύσεις. Έτσι, υπάρχει άμεση συσχέτιση μεταξύ αυτών των χαμηλότοκων δανείων, ιδιαίτερα σημαντικών σε μια εποχή που τα επιτόκια είναι υψηλά, και των παραγωγικών επενδύσεων που πραγματοποιούνται από μεγαλύτερες επιχειρήσεις αλλά και από μικρότερες επιχειρήσεις, προκειμένου να αυξήσουν την παραγωγικότητά τους και να δημιουργήσουν θέσεις εργασίας.
Και στη συνέχεια, όταν δούμε συνολικά τις πρωτοβουλίες που έχουμε συμπεριλάβει στο Ταμείο Ανάκαμψης, καλύπτουν πραγματικά πολλούς τομείς της οικονομίας. Σας δίνω μόνο δύο παραδείγματα από πολύ πρόσφατες επισκέψεις μου. Βρέθηκα στη Δυτική Ελλάδα πριν από περίπου δέκα ημέρες και επισκέφθηκα ένα από τα πιο προηγμένα έργα αντλησιοταμίευσης για την αποθήκευση ενέργειας. Εξαιρετικά κρίσιμο για τη σταθερότητα του συστήματος ηλεκτρικής ενέργειας. Ο Andrej το γνωρίζει αυτό πολύ καλά, επειδή επίσης αξιολογούν ως πολύ σημαντικές τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας. Διότι αν δεν έχεις αξιόπιστο σύστημα αποθήκευσης, δεν μπορείς να επεκτείνεις την παραγωγή ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές ενέργειας πέραν ενός ορισμένου σημείου. Αυτό είναι ένα παράδειγμα ενός μεγάλου έργου υποδομής που σχετίζεται με την πράσινη μετάβαση και χρηματοδοτείται από το Ταμείο Ανάκαμψης.
Πριν από τρεις ημέρες, επισκέφθηκα ένα νοσοκομείο μόλις δέκα λεπτά από εδώ και είδα τις πολύ σημαντικές εργασίες αποκατάστασης σε ένα σχετικά παλιό κτίριο, το οποίο αναβαθμίστηκε πλήρως. Χρησιμοποιούμε κονδύλια από το Ταμείο Ανάκαμψης για την αναβάθμιση των νοσοκομειακών υποδομών, αλλά και γενικότερα των υποδομών υγειονομικής περίθαλψης. Πρόκειται για επενδύσεις που έχουν μεγάλη προστιθέμενη αξία όσον αφορά τις θέσεις εργασίας που δημιουργούν, αλλά κάνουν πραγματικά τη διαφορά για τους πολίτες στην πράξη. Και είναι ίσως η καλύτερη απόδειξη ότι τα χρήματα του Ταμείου Ανάκαμψης δεν χρησιμοποιούνται μόνο από λίγες μεγάλες εταιρείες, κάτι που είμαι σίγουρος ότι είναι μια κριτική που ακούγεται και στην Κροατία, αλλά ουσιαστικά ωφελεί την ελληνική κοινωνία στο σύνολό της.
Και τελικά, επειδή κι αυτό αναφέρθηκε επίσης από τον Andrej, η ευελιξία που μας δόθηκε από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή να ανακατευθύνουμε ορισμένους από τους πόρους του Ταμείου Ανάκαμψης για την αντιμετώπιση καταστροφών που σχετίζονται με την κλιματική αλλαγή.
Είχαμε ήδη υποβάλλει την πρόταση αναθεώρησης στο Ταμείο Ανάκαμψης πριν οι καταστροφικές πλημμύρες πλήξουν την Κεντρική Ελλάδα. Και στη συνέχεια επιστρέψαμε στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή και είπαμε: «κοιτάξτε, μπορούμε να προχωρήσουμε σε αναθεώρηση της αναθεώρησης;» Και τώρα καταφέραμε να δεσμεύσουμε 600 εκατομμύρια για κρίσιμα έργα υποδομής που θα βελτιώσουν τους δρόμους και τα τρένα μας.
Επίσης, μέσα σε αυτό το στενό πλαίσιο, καταφέραμε να αποσπάσουμε τη μέγιστη δυνατή ευελιξία προκειμένου να χρησιμοποιήσουμε αυτά τα κονδύλια και για την αντιμετώπιση έκτακτων αναγκών που σχετίζονται με την κλιματική αλλαγή.
Και φυσικά, τέλος, επιτρέψτε μου να αναδείξω τη σημασία των μεταρρυθμίσεων που σχετίζονται με τα ορόσημα. Όταν, για παράδειγμα, αναφερόμαστε σε μεταρρυθμίσεις στη δικαιοσύνη, δεν εννοούμε μόνο την κατασκευή κτιριακής υποδομής, που είναι σημαντική κι αυτή, αλλά πρόκειται επίσης για τη διασφάλιση της ταχύτερης απονομής της δικαιοσύνης.
Και υπάρχουν πολλές σημαντικές μεταρρυθμίσεις που σχετίζονται με το Ταμείο Ανάκαμψης, πιθανόν εξίσου σημαντικές με τα ίδια τα κονδύλια, προκειμένου να διασφαλίσουμε ότι θα συνεχίσουμε σε αυτό το μονοπάτι της βιώσιμης ανάπτυξης και θα επιτύχουμε αυτό που είναι η κεντρική μου στρατηγική για τη δεύτερη κυβερνητική θητεία: να γεφυρώσουμε πραγματικά το χάσμα με την Ευρώπη και να καλύψουμε το χαμένο έδαφος μιας ουσιαστικά χαμένης δεκαετίας».
«Έχεις δίκιο, Siegfried, να επισημαίνεις ότι οι προθεσμίες (για το RRF) είναι πολύ σφιχτές, το ίδιο και ο μηχανισμός αιρεσιμότητας. Και όπως τόνισα, αυτός είναι ο σωστός τρόπος, διότι στο τέλος της ημέρας, δανειζόμαστε, όλοι μας, σε ευρωπαϊκό επίπεδο, ένα σημαντικό ποσό. Και είναι σημαντικό για την Ευρωπαϊκή Επιτροπή και τους ελεγκτές να διασφαλίσουν ότι τα χρήματα αυτά δαπανώνται σωστά. Πιστεύω ότι είναι νωρίς να αρχίσουμε να μιλάμε για το τέλος του σχεδίου. Ο συγκεκριμένος στόχος μας είναι να διασφαλίσουμε ότι θα απορροφήσουμε όλα τα κονδύλια εντός του χρονικού πλαισίου που συμφωνήθηκε και στο οποίο συμφωνήσαμε.
Δεν ξέρω τι θα συμβεί το 2025. Είμαι σίγουρος ότι κάποιες χώρες θα καθυστερήσουν και δεν μπορώ να αποκλείσω ότι αυτή η συζήτηση θα γίνει κάποια στιγμή. Αλλά τώρα είμαστε προσηλωμένοι στο να διασφαλίσουμε ότι θα υλοποιήσουμε τα έργα και τις μεταρρυθμίσεις προκειμένου να λάβουμε τα χρήματα.
Έχουμε ήδη λάβει περισσότερα από 14 δισεκατομμύρια ευρώ και θα λάβουμε άλλα 3 δισεκατομμύρια ευρώ τους επόμενους μήνες εντός του χρονικού πλαισίου που έχει συμφωνηθεί. Όσο πιο γρήγορα απορροφήσουμε τα χρήματα, τόσο μεγαλύτερος θα είναι ο αντίκτυπος στην οικονομία. Αλλά πρέπει επίσης να είμαστε ρεαλιστές.
Γνωρίζαμε ότι είχαμε περιορισμένη ευελιξία όταν υποβάλλαμε το σχέδιό μας για την αναθεώρηση του έργου. Και αν υπάρχουν έργα που δεν είναι εφικτό να ολοκληρωθούν εντός του σφιχτού χρονοδιαγράμματος, θα πρέπει να χρηματοδοτηθούν με άλλα μέσα. Και είχαμε επίσης αυτές τις συζητήσεις και με τις περιφέρειες και τους δήμους, διότι πρέπει να κατανοήσουμε -αναφέρθηκε, νομίζω, στην προηγούμενη συζήτηση- ότι το Ταμείο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας λειτουργεί σε μεγάλο βαθμό συμπληρωματικά στα διαρθρωτικά μας ταμεία. Και εκεί οι περιφέρειες έχουν να διαδραματίσουν μεγάλο ρόλο. Διαχειρίζονται περισσότερα από 8 δισεκατομμύρια ευρώ από τα χρήματα του ταμείου συνοχής σε περιφερειακό επίπεδο. Πιστεύω ότι για πρώτη φορά έχουμε πραγματικά έναν μηχανισμό όπου μιλάμε με τους Περιφερειάρχες και διασφαλίζουμε ότι ό,τι κάνουμε, το κάνουμε με συντονισμένο τρόπο, έτσι ώστε να σεβόμαστε την αρχή της επικουρικότητας, αλλά και να κατανοούμε ότι υπάρχει μια εθνική στρατηγική που πρέπει λίγο πολύ να την ακολουθήσουμε όλους μας.
Είναι πολύ νωρίς να μιλήσουμε για το τι θα συμβεί το 2026, αλλά είναι ιδιαίτερα σημαντικό, πιστεύω, για όλους μας σε ευρωπαϊκό επίπεδο να κατανοήσουμε ότι αυτή ήταν μια μοναδική ευκαιρία για τις χώρες μας και ότι αν κάποια στιγμή θελήσουμε να συζητήσουμε για το τι θα ακολουθήσει μετά το Ταμείο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας πρέπει να φέρουμε αποτελέσματα. Και πρέπει να είμαστε σίγουροι ότι θα εξηγήσουμε επίσης στις χώρες που πληρώνουν γι’ αυτό, με την έννοια ότι δεν λαμβάνουν χρήματα, ότι τα χρήματα αξιοποιήθηκαν σωστά και ότι αν η Κροατία ή η Ελλάδα πετύχουν πρόοδο, στο τέλος της ημέρας είναι καλό και για τις πλουσιότερες χώρες, κυρίως στο πλαίσιο της ενιαίας αγοράς».