Τη συμβολή του Οικουμενικού Πατριαρχείου στη διαμόρφωση και διαφύλαξη της πνευματικής και πολιτιστικής κληρονομιάς του Γένους, υπογράμμισε, σε γραπτό του μήνυμα, ο Οικουμενικός Πατριάρχης Βαρθολομαίος στο επιστημονικό συμπόσιο, με θέμα: “Το Οικουμενικό Πατριαρχείο και οι Ρωμαϊκές Κοινότητες της Κωνσταντινούπολης, της Ίμβρου και της Τενέδου”, κατά την εναρκτήρια τελετή, χθες, Τετάρτη 27 Ιουνίου, στο Αμφιθέατρο του Πατριαρχικού Ιδρύματος Πατερικών Μελετών, στο χώρο της Ιεράς Μονής Βλατάδων, στη Θεσσαλονίκη.
“Χαιρόμεθα ιδιαιτέρως, επειδή εις το συνέδριο σας γίνεται εκτενής αναφορά εις τα αεί επίκαιρα θέματα παιδείας, είτε αναφορικώς προς την Ιερά Θεολογική Σχολή της Χάλκης, ή επαναλειτουργία της οποίας, με θετικόν πρόσημον ευρίσκεται πάλι εις το προσκήνιο…” ανέφερε, μεταξύ άλλων, ο κ. Βαρθολομαίος.
“Εις τας κρίσιμους δια τη Ρωμιοσύνην περιστάσεις, το Οικουμενικό Πατριαρχείο ευρίσκετο εις το κέντρο των γεγονότων και των εξελίξεων, ως “άρχουσα” και “πάσχουσα” Εκκλησία, ακλονήτως πιστή εις τα δόγματα της Ορθοδόξου ημών πίστεως και τας πατρώας παραδόσεις, με σοφίαν, φρόνησιν και υγιές αισθητήριον δια το συμφέρον, το “εις αγαθόν φέρον”, ποτέ αδιάφορος δια την πορεία των ανθρωπίνων πραγμάτων, εν επιγνωσει δε, ότι αυτά ευρίσκονται εις τας χείρας του πανθενεργού και φιλάνθρωπου Θεού, ο οποίος δεν θέλει τον άνθρωπο αδρανήν και παθητικόν, αλλά ενεργόν και συνεργόν εις τη μεταμόρφωσιν του κόσμου, εν τη πορεία προς την ερχόμενην Βασιλείαν, όπου ο Κύριος δόξης θα είναι τα πάντα εν πάσι” ανέφερε, μεταξύ άλλων, ο κ. Βαρθολομαίος στο μήνυμά του, το οποίο ανέγνωσε ο μητροπολίτης Μιλήτου και ηγούμενος της μονής της Αγίας Αναστασίας, κ. Απόστολος.
“Η Μεγάλη Εκκλησία συνέβαλε καθοριστικώς εις την διαμόρφωσιν και διαφύλαξιν της πνευματικής και πολιτιστικής μας ταυτότητος. Εις αυτήν οφείλεται η ανάπτυξη της παιδείας μας, από αυτήν εξεπορεύθησαν αι δυνάμεις, αι οποίες καρποφόρησαν εις όλους τους τομείς της ζωής και του πολιτισμού της Ρωμιοσύνης. Οι άγιοι και οι μάρτυρες της Κωνσταντινούπολιτιδος Εκκλησίας ήσαν παρηγορία εν καιροίς δηστήνοις και ελπίς δια το μέλλον” συνέχισε στο γραπτό μήνυμα του ο κ. Βαρθολομαίος και πρόσθεσε:
“Χαιρόμεθα, ιδιαιτέρως, επειδή στο συνέδριο σας γίνεται εκτενής αναφορά εις τα αεί επίκαιρα θέματα παιδείας, είτε αναφορικώς προς την Ιερά Θεολογική Σχολή της Χάλκης, ή επαναλειτουργία της οποίας, με θετικόν πρόσημον ευρίσκεται πάλι εις το προσκήνιο, είτε γενικότερον δια την πορεία της ομογενειακής εκπαιδεύσεως κατά τας κρίσιμας δεκαετίας του 1960 και του 1970 και σήμερον, είτε με ειδικοτέραν αναφοράν εις τας περιπετείας των εκπαιδευτικών πραγμάτων της Ίμβρου και της Τενέδου και της προοπτικές αναγεννήσεως των”.
Ο κ. Βαρθολομαίος εξέφρασε την ικανοποίησή του για τις εισηγήσεις των ειδικών για την αρχιτεκτονική των ναών και των μνημείων των περιοχών, με τις οποίες ασχολείται το συνέδριο και για τις αναφορές στα κειμήλια και στις εικόνες, ως στοιχεία “καλλιτεχνικής εκφράσεως” και ως “μαρτυρίες ευσεβείας” και θρησκευτικότητας, όπως και για την καταγραφή των λαϊκών παραδόσεων και υπογράμμισε:
“Ευχαριστούμε δια την συμβολή σας εις τον εμπλουτισμόν της ιστορικής μνήμης, δια να μην παραδοθεί εις την λήθην το αποτύπωμα του Γένους εις τας ιστορικάς του κοιτίδας, δια να διδασκόμαστε από την παρουσίαν, τους αγώνας, την εγρήγορση, την επιμονή και τας ελπίδας και την εμπιστοσύνη στην πρόνοια Θεού της αγάπης, δια να κατανοήσουμε ότι βασικός παράγων για το μέλλον της Ρωμιοσύνης είναι να πιστεύσωμε ημείς οι ίδιοι είς αυτό και αγωνισθώμεν τον καλόν αγώνα”.
Ο κ. Βαρθολομαίος έστειλε μήνυμα διαφύλαξης και μετάδοσης της ιστορικής μνήμης στις επόμενες γενιές.
“Απευθυνόμεθα στο σημείο αυτό προς την νεολαίαν μας και την καλούμε να δώση τον ιδικό της αγώνα δια την Ομογένειαν και το μέλλον της, το οποίο είναι το ιδικό της μέλλον, εμπνεόμενη από το παρελθόν, αλλά με σταθεράν προσήλωσιν είς τας θετικάς δυνατότητας και προοπτικάς τας οποίας εμπεριέχει το παρόν”, τόνισε ο Οικουμενικός Πατριάρχης.
Το συμπόσιο διοργανώνεται με τη συμβολή της Εταιρείας Μακεδονικών Σπουδών και σε συνεργασία με εκκλησιαστικούς, επιστημονικούς, εκπαιδευτικούς και κοινωνικούς φορείς της Θεσσαλονίκης και τελεί υπό την αιγίδα του Οικουμενικού Πατριαρχείου.
Στις “άτυπες διαβουλεύσεις” μεταξύ του Οικουμενικού Πατριαρχείου και της τουρκικής κυβέρνησης το 1971, σχετικά με τη λειτουργία της Θεολογικής Σχολής της Χάλκης, αναφέρθηκε στην εισήγησή του ο πρέσβης επί τιμή, Αλέξης Αλεξανδρής. Ο κ. Αλεξανδρής σημείωσε ότι η Θεολογική Σχολή της Χάλκης έκλεισε το 1971 με το νόμο περί κατάργησης των ιδιωτικών πανεπιστημιακών ιδρυμάτων στην Τουρκία και ότι το δίλημμα που ετίθετο από τουρκικής πλευράς εκείνη την περίοδο, ήταν η ένταξη της σχολής στις κρατικές πανεπιστημιακές κρατικές δομές, ως τμήμα της ανώτερης εκπαίδευσης, ή σε διαφορετική περίπτωση, όπως και έγινε τελικώς, η διακοπή της λειτουργίας της.
Οι εκπρόσωποι του Οικουμενικού Πατριαρχείου αντιτάχθηκαν στην ένταξη της στις κρατικές δομές εκπαίδευσης, ωστόσο δεν κατάφεραν να διασφαλίσουν τη συνέχιση της λειτουργίας της, ως “μειονοτικής ιερατικής σχολής” για την εκπαίδευση στελεχών της Ορθόδοξης Εκκλησίας, όπως προέβλεπε και η Συνθήκη της Λωζάννης.
Στο επιστημονικό συμπόσιο παρεβρέθηκε ο μητροπολίτης Θεσσαλονίκης Φιλόθεος, ο οποίος διηύθυνε την εναρκτήρια συνεδρία, ο ηγούμενος της Ιεράς Μονής Βλατάδων, μητροπολίτης Αμορίου Νικηφόρος, επιστήμονες από τους κλάδους της Θεολογίας, της Αρχιτεκτονικής και της Αρχαιολογίας, ο πρόεδρος της Εταιρείας Μακεδονικών Σπουδών Βασίλειος Πάππας, ο διευθυντής του Ιδρύματος Πατερικών Μελετών Συμεών Πασχαλίδης, κ.ά.