Ένα ελληνικό όνομα στέκεται ισάξια ανάμεσα σε αυτά του Πικάσο, του Λε Κορμυζιέ, του Μιρό, του Νταλί και άλλων παγκοσμίως αναγνωρισμένων καλλιτεχνών. Τον άνθρωπο αυτό ξεχώρισε η UNESCO και του ζήτησε να δημιουργήσει ένα έργο για να το καταθέσει στο τμήμα της ιστορίας της τεχνολογίας.
Το ίδιο έργο (Άνθρωπος – Θηρίο) συμπεριλήφθηκε στον τόμο «UNESCO art collection: selected works (Paris 2021)», που εκδόθηκε το 2020, για την επέτειο των 75 χρόνων από την ίδρυση της UNESCO. Τα μνημειακά του έργα καλύπτουν εκατοντάδες τετραγωνικά μέτρα και κοσμούν κυρίως δημόσια κτήρια σε όλο τον κόσμο, με δημιουργίες που συνδυάζουν την κεραμική με το ψηφιδωτό, ενώ άλλα έργα του βρήκαν θέση σε μεγάλα μουσεία της Ρωσίας, της Αμερικής, της Γερμανίας, της Κύπρου, της Ελλάδας, της Ελβετίας, της Ιαπωνίας, της Πολωνίας κ.α.
Πρόκειται για τον Νικόλαο Μαστερόπουλο, έναν διεθνώς αναγνωρισμένο καλλιτέχνη, που όμως είναι ελάχιστα γνωστός στο ελληνικό κοινό. Τη ζωή και την επαγγελματική του πορεία «φωτίζουν» για πρώτη φορά οι Θεσσαλονικείς Λένα Καλαϊτζή – Οφλίδη και ο Σίμος Οφλίδης, με μία λογοτεχνική προσέγγιση, στο βιβλίο τους «Νικόλαος Μαστερόπουλος – Ψηφίδες από το βίο και το έργο του».
«Οι περπατησιές μας με το ζωγράφο Νικόλαο Μαστερόπουλο (1948 – 2003), στον παρόντα τουλάχιστον χρόνο επί γης, δεν ανταμώθηκαν ποτέ», αναφέρουν στο οπισθόφυλλο του βιβλίου οι δύο συγγραφείς, που είναι ζευγάρι στη ζωή αλλά και στη …γραφή από τη δεκαετία του ‘80. Η «γνωριμία» τους ωστόσο με τον καλλιτέχνη, που έφυγε στη ζωή μόλις στα 54 του χρόνια, έγινε μέσω του έργου του και του στενού του περιβάλλοντος.
Η πρόταση για το βιβλίο και η πολυετής διαδικασία συγκέντρωσης πληροφοριών
«Είμαι φιλαγιορείτης, με την έννοια ότι είμαι τακτικός επισκέπτης στο Άγιον Όρος. Το 2002 πηγαίνοντας στο μοναστήρι που βασικά πηγαίνω, στη Μονή Διονυσίου, είδα στην πύλη ένα μνημειακών διαστάσεων, υπέροχο ψηφιδωτό και ρώτησα τον καλόγερο Συμεών -που είναι φίλος μου και γι’ αυτήν τη χρονιά ορίστηκε πρωτοεπιστάτης του Όρους- περί τίνος πρόκειται και μου μίλησε για τον Μαστερόπουλο», δηλώνει στο Αθηναϊκό/Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων ο Σίμος Οφλίδης.
Το ενδιαφέρον του συγγραφέα για το έργο που έβλεπε μπροστά του και ο εντυπωσιασμός που του προκάλεσε, έδωσαν την ιδέα στους ανθρώπους της Μονής, να του κάνουν μία πρόταση. «Επειδή εμείς έχουμε γράψει ήδη για ένα μετόχι της Μονής και γνωρίζουν τη γραφή μας και τη λογοτεχνική μας άποψη για όλα αυτά, μας πρότειναν να γράψουμε ένα βιβλίο για το Μαστερόπουλο. Όταν επέστρεψα στη Θεσσαλονίκη, είπα την πρόταση στη Λένα», εξηγεί ο κ. Οφλίδης.
«Είμαι κι εγώ φιλαγιορείτισσα εκ του μακρόθεν και ο δε πατέρας Συμεών τιμά κι εμένα με τη φιλία και την εμπιστοσύνη του και τον έχω συναντήσει πλειστάκις όσες φορές βγαίνει από το Όρος. Δέχτηκα λοιπόν με μεγάλο ενθουσιασμό και αρχίσαμε να συλλέγουμε το υλικό», αναφέρει από την πλευρά της στο ΑΠΕ-ΜΠΕ η Λένα Καλαϊτζή – Οφλίδη.
Ένα πλήρες αρχείο με φωτογραφίες όλων των έργων του Μαστερόπουλου και κάποια δοκίμιά του γραμμένα στη ρωσική γλώσσα και μεταφρασμένα από τον γιο του Γιάννη, ήταν τα πρώτα στοιχεία που πήραν στα χέρια τους οι δύο συγγραφείς από τον πατέρα Συμεών και τα οποία άρχισαν να μελετούν διεξοδικά. «Μέσα σ’ αυτά τα 15 χρόνια κάναμε προσχέδια κειμένων, μελετήσαμε τις εικόνες, σκεφτήκαμε πολύ και εκ παραλλήλου βέβαια δουλεύαμε και άλλα προσωπικά μας έργα. Πέρυσι, φαίνεται πως ήταν η κατάλληλη συγκυρία και είπαμε ότι είναι καιρός πια να ασχοληθούμε με το έργο του Νίκου Μαστερόπουλου», προσθέτει η κ. Καλαϊτζή – Οφλίδη.
Όπως επισημαίνουν, ήταν πάρα πολύ δύσκολο να γράψουν ένα βιβλίο για έναν καλλιτέχνη τον οποίο δεν γνώρισαν προσωπικά. Τον βαθμό δυσκολίας ανέβασε το γεγονός ότι επρόκειτο για έναν εσωστρεφή άνθρωπο, που επιπλέον πέθανε νέος, πράγμα που σημαίνει ότι δεν πρόλαβαν να γραφτούν μελέτες για το έργο του.
«Εγώ ταξίδεψα στη Μόσχα για να γνωρίσω τον δίδυμο αδελφό του και να συλλέξω στοιχεία. Εκεί συναντήθηκα με συμφοιτητές του από το πανεπιστήμιο, που σήμερα είναι καθηγητές σε σχολές καλών τεχνών, οι οποίοι τον θεωρούσαν τον μεγαλύτερο εικαστικό της Ρωσίας του 20ου αιώνα», λέει από την πλευρά του ο Σίμος Οφλίδης. Άλλες πληροφορίες από για την προσωπικότητα και τη ζωή του Νίκου Μαστερόπουλου άντλησαν από δύο προσωπικούς του φίλους, τον σκηνοθέτη Νίκο Αναγνωστόπουλο και τον καθηγητή ιστορίας Κώστα Φωτιάδη, όπως και από τον γιο του Γιάννη, ζωγράφο και ψηφιδοποιό, που ζει μόνιμα στην Αθήνα. «Πολλές πληροφορίες όμως μας έδωσε ο πατέρας Συμεών, ο οποίος για χρόνια τον είχε φιλοξενούμενο κατά διαστήματα στη Μονή Διονυσίου όπου δούλεψε ο Νίκος Μαστερόπουλος και τον έζησε από πολύ κοντά», επισημαίνει η κ. Καλαϊτζή – Οφλίδη.
Η ασταμάτητη καλλιτεχνική διαδρομή και οι σταθμοί του βιβλίου σε ομάδες έργων
Στις περίπου 150 σελίδες της σκληρόδετης έκδοσης, ο αναγνώστης θα διαβάσει με μία λογοτεχνικού τύπου αφήγηση αρχικά την ιστορία της οικογένειας του Μαστερόπουλου, η οποία κατάγεται από τον Πόντο και συγκεκριμένα από το χωριό Αυλίανα κοντά στην Αργυρούπολη. «Από εκεί έφυγε η οικογένεια διωγμένη με τα γεγονότα του ‘15, βρήκε καταφύγιο στη Γεωργία και στη συνέχεια μετακόμισε στη Μόσχα όπου και γεννήθηκαν το 1948 τα δύο δίδυμα αγόρια, ο Αλεξέι και ο Νικόλαος», αναφέρει η συγγραφέας. «Ο μικρότερος γιος της οικογένειας αυτής, ο πατέρας δηλαδή του Νίκου Μαστερόπουλου, εξελίχθηκε σε πολύ υψηλόβαθμο στέλεχος του ΚΚΣΕ, που έφτασε να γίνει γενικός γραμματέας στο υπουργείο παιδείας και αναπληρωματικό μέλος της κεντρικής επιτροπής», συμπληρώνει ο κ. Οφλίδης. «Ο Νικόλαος έδειξε το ταλέντο του από μικρός και τότε η Σοβιετική Ένωση είχε μέχρι και …νηπιαγωγείο καλών τεχνών κατά κάποιον τρόπο, που σημαίνει ότι έπαιρνε τα ταλέντα και τα σπούδαζε ανάλογα, με αποτέλεσμα ο Νίκος να τελειώσει τις καλύτερες σχολές», προσθέτει.
Το 1977 ο Μαστερόπουλος είχε πλέον δικό του στούντιο και την περίοδο εκείνη γνωρίστηκε με έναν ιερέα, ενώ ταυτόχρονα άρχισε να ψάχνει τις ελληνικές του ρίζες του και πήρε την απόφαση να βαπτιστεί Χριστιανός Ορθόδοξος. Έκτοτε παρέμεινε δεμένος με την ορθοδοξία και με οτιδήποτε ελληνικό και βυζαντινό. «Εξετάζουμε λοιπόν στο βιβλίο όλη αυτή τη βιογραφική του διαδρομή και το πέρασμά του από την ύλη του σοβιετικού καθεστώτος μέσα στο οποίο μεγάλωσε, στο πνεύμα που εξέπεμπε η ορθοδοξία. Μετά κάνουμε επιλεκτικά στάσεις σε κάποιες ομάδες έργων του, τα οποία εξετάζουμε από άποψη τεχνοτροπίας αλλά πάλι με λογοτεχνικό τρόπο, όχι με την αυστηρή κριτική ματιά ενός κριτικού τέχνης», δηλώνει η κ. Καλαϊτζή – Οφλίδη.
Στις ομάδες έργων του Νίκου Μαστερόπουλου περιλαμβάνονται μεταξύ άλλων ζωγραφικά έργα, κεραμικά, αγιογραφίες, ψηφιδωτά, μικροψηφιδωτά και έργα από σμάλτο. «Ο Μαστερόπουλος έκανε ταξίδια για να γνωρίσει την πατρίδα των προγόνων του, τον Πόντο. Ένα από αυτά άφησε σφραγίδα στην ψυχή του και έκανε μία μεγάλη σειρά που ονομάζει ποντιακά πορτρέτα, όπου είναι εικονογραφήσεις Ποντίων ανδρών και γυναικών όπου αποτυπώνεται ακριβώς η ψυχή, η αψάδα και η τόλμη στο βλέμμα που έχουν όλοι οι Πόντιοι, όπως και η συστολή των Ποντίων γυναικών στην αρχή του βίου τους, τη μετάβασή τους από νύφες σε πεθερές και την αλλαγή όταν αποκτούν πια το θάρρος της ηλικίας τους και μία σχετική χειραφέτηση μέσα στην οικογένεια. Σ’ αυτή τη σειρά στεκόμαστε με πολλή προσοχή», λέει η συγγραφέας.
Για τα επιτεύγματά του στην τέχνη της ψηφιδογραφίας, όπου επανέφερε μια ξεχασμένη για πολλούς αιώνες τεχνική, αυτή του μικροψηφιδωτού, γίνεται ιδιαίτερος λόγος στο βιβλίο. «Υπάρχουν πολύ σημαντικά έργα στα οποία η εικόνα δημιουργείται με ελάχιστες ψηφίδες, τόσο μικρές, σαν ένας κόκκος ρυζιού κομμένος σε οκτώ κομμάτια», εξηγεί η κ. Καλαϊτζή – Οφλίδη. Επιπλέον υπογραμμίζεται μία άλλη καινοτομία του, οι εφαρμογές πάνω στο σμάλτο. «Το σμάλτο τον παίδεψε πάρα πολύ σε όλη την καλλιτεχνική του διαδρομή, διότι, αναζητώντας την τελειότητα στο χρώμα, έκανε πολλές δοκιμές σε προσωπικό φούρνο στο εργαστήριό του, δοκιμές οι οποίες τους στοίχισαν στην υγεία του η οποία ήταν εξαρχής λίγο επιβαρυμένη, αλλά αυτές οι αναθυμιάσεις στις διαρκείς δοκιμές στο φούρνο, προκάλεσαν μεγάλη βλάβη στους πνεύμονες και στην καρδιά του. Ωστόσο το αποτέλεσμα είναι συγκλονιστικό», λέει χαρακτηριστικά και εκτός από την περιγραφή των συγγραφέων, ο αναγνώστης θα αναγνωρίσει την τελειότητα του χρώματος και στις εικόνες που περιέχονται στο βιβλίο.
«Μάλιστα, για να πετύχει αυτήν την τελειότητα και ακριβώς την απόχρωση που ήθελε, παιδευόταν επί ώρες. Τα ενδιαφέροντά του ήταν το χρώμα και το φως και όχι το σχήμα και η φόρμα. Όταν ένα έργο από αυτά που έφτιαχνε δεν του άρεσε, το κατέβαζε και το άφηνε δίπλα στα σκουπίδια», προσθέτει ο Σίμος Οφλίδης, κάνοντας λόγο για τα περίφημα «έργα του δρόμου» στη Μόσχα, τα οποία περισυνέλλεγαν περαστικοί από το πεζοδρόμιο κάτω από το σπίτι του.
Ένα πολύτιμο μάθημα με εφαρμογή στη λογοτεχνία
Ο Σίμος Οφλίδης και η Λένα Καλαϊτζή – Οφλίδη θεώρησαν χρέος στη μνήμη του Νίκου Μαστερόπουλου να τον γνωρίσει και το ελληνικό κοινό, αφού, όπως λένε «ουδείς προφήτης στον τόπο του». Μέσα από την ενασχόληση αυτή όμως κέρδισαν και οι ίδιοι όπως λένε αρκετά μαθήματα, με σημαντικότερο αυτό της …αφαίρεσης. «Εμείς οι λογοτέχνες γνωρίζουμε πόσο σημαντικό πράγμα είναι η αφαίρεση και πώς ο πληθωρισμός των λέξεων μπορεί να βαρύνει ένα κείμενο. Παρατηρώντας όμως της αφαιρετικές ζωγραφιές του Μαστερόπουλου πήραμε ένα μεγάλο μάθημα, ότι ακόμα και με την απουσία του σχεδίου, μπορείς να αποδώσεις το νόημα της εικόνα στην ολότητά της», σημειώνουν.
Το βιβλίο «Νικόλαος Μαστερόπουλος – Ψηφίδες από το βίο και το έργο του» κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Κυριακίδης.