Η προεκλαμψία είναι μία σοβαρή διαταραχή της εγκυμοσύνης, που εάν αφεθεί χωρίς θεραπεία, μπορεί να οδηγήσει σε σοβαρές επιπλοκές για την έγκυο και το έμβρυο (ή έμβρυα) που κυοφορεί. Εμφανίζεται συνήθως μετά την 20η εβδομάδα της κυήσεως και μπορεί να υφίσταται ακόμα και 4-6 εβδομάδες μετά τον τοκετό.
Προεκλαμψία ορίζεται η υπέρταση κατά την κύηση (συστολική αρτηριακή πίεση >140mmHg και διαστολική >90mmHg), μαζί με λευκωματουρία (>300mg λευκώματος σε συλλογή ούρων 24ώρου ή >30mg/mmol σε τυχαίο δείγμα ούρων ή περισσότεροι από ένας σταυροί σε stick ούρων), με ή χωρίς παθολογικά οιδήματα. Το οίδημα χεριών και προσώπου δεν θεωρείται κριτήριο προεκλαμψίας με βάση τα νέα δεδομένα.
Τη βαριά προεκλαμψία μπορεί να ακολουθήσει η εκλαμψία που εκδηλώνεται με σπασμούς των μυών του προσώπου και των χεριών, μέχρι ακαμψία και κυάνωση (τονικός – κλονικός σπασμός).
Η κατανόηση των αιτίων και η έγκαιρη διάγνωσή της παραμένουν περίπλοκες, μιας και οι ακριβείς αιτίες της δεν είναι ακόμα απόλυτα κατανοητές.
Μια πρόσφατη έρευνα που δημοσιεύθηκε στο Journal of Proteome Research εστιάζει σε αυτή την κατάσταση, προτείνοντας τη δυνατότητα διάγνωσης μέσω έξι πρωτεϊνών που ανιχνεύονται στον πλακούντα. Η ομάδα ερευνητών, υπό την καθοδήγηση της Δρος Jing Li, στόχευσε να εντοπίσει μοριακές ενδείξεις που σχετίζονται με την πρώιμη προεκλαμψία, δίνοντας νέες δυνατότητες για τη διάγνωση και την πιθανή θεραπεία της.
Οι έξι πρωτεΐνες
Η ερευνητική ομάδα συνέλεξε δείγματα πλακούντα από 30 εγκύους, εκ των οποίων οι μισές παρουσίαζαν πρώιμη προεκλαμψία, ενώ οι υπόλοιπες είχαν υγιείς εγκυμοσύνες. Για την ανάλυση των πρωτεϊνών, χρησιμοποίησαν μια μέθοδο που ονομάζεται μαζική φασματομετρία, η οποία επιτρέπει την ταυτοποίηση και ποσοτικοποίηση των πρωτεϊνών στα δείγματα.
Αρχικά, εντοπίστηκαν 59 πρωτεΐνες με διαφορετικά επίπεδα στα δείγματα πλακούντα των γυναικών με προεκλαμψία σε σύγκριση με τα υγιή δείγματα.
Από αυτές, οι ερευνητές επέλεξαν 16 πρωτεΐνες για μια πιο ευαίσθητη ανάλυση, η οποία έδειξε ότι έξι πρωτεΐνες είχαν στατιστικά σημαντικές διαφορές στα επίπεδά τους.
Σύμφωνα με τα αποτελέσματα της έρευνας, ο προεκλαμπτικός ιστός πλακούντα είχε υψηλότερα επίπεδα μονοκαρβοξυλικού μεταφορέα 4, πρωτεΐνη τύπου ERO1-άλφα (Ενδοπλασματική Οξειδορεδουκτάση 1 Άλφα) και παπαλυσίνης-2. Αυτές οι πρωτεΐνες συμμετέχουν στη σύνθεση πρωτεϊνών και στη ρύθμιση των αυξητικών ορμονών. Αντίθετα, οι πρωτεΐνες που βρέθηκαν σε χαμηλότερα επίπεδα είναι η δεσμίνη, η καλδεσμόνη και η κερατίνη 18.
Αυτές οι πρωτεΐνες συνδέονται με καρδιοαγγειακές επιπλοκές, όπως η καρδιομεγαλία (ή μεγαλοκαρδία), τη ροή του αίματος στα μυϊκά κύτταρα του πλακούντα, τη σηματοδότηση των οιστρογόνων και την υγεία των κυττάρων του βλεννογόνου της μήτρας.
Οι προοπτικές της μελέτης
Η Δρ Jing Li και οι συνεργάτες της σημειώνουν ότι τα ευρήματα αυτά ενδέχεται να προσφέρουν νέες προοπτικές για την πρώιμη διάγνωση της προεκλαμψίας, υποδεικνύοντας μια πιθανή σύνδεση μεταξύ των καρδιοαγγειακών επιπλοκών και του κύκλου των οιστρογόνων με την ανάπτυξη της πάθησης. Οι ερευνητές επισημαίνουν την ανάγκη για περαιτέρω έρευνες, αλλά η ταυτοποίηση αυτών των έξι πρωτεϊνών αποτελεί μια αρχή για τη βελτίωση της διάγνωσης και της θεραπείας μιας σοβαρής κατάστασης που επηρεάζει πολλές εγκύους.
Η προεκλαμψία παραμένει μια κατάσταση που απαιτεί προσεκτική παρακολούθηση και διάγνωση. Με τις νέες ανακαλύψεις που σχετίζονται με τις πρωτεΐνες του πλακούντα, οι επιστήμονες ελπίζουν ότι θα μπορέσουν να αναπτύξουν αποτελεσματικότερα εργαλεία για την πρόβλεψη και την παρέμβαση σε αυτή τη σοβαρή επιπλοκή της εγκυμοσύνης.